Etiquetas

A-α (221) Β-β (67) Γ-γ (72) Δ-δ (103) Ε-ε (186) Ζ-ζ (20) Η-η (17) Θ-θ (37) Ι-ι (12) Κ-κ (247) Λ-λ (52) Μ-μ (150) Ν-ν (41) Ξ-ξ (35) Ο-ο (60) Π-π (268) Ρ-ρ (25) Σ-σ (180) Τ-τ (104) Υ-υ (34) Φ-φ (92) Χ-χ (70) Ψ-ψ (24) Ω-ω (9)

martes, 4 de enero de 2022

 παραίσθηση / παραίσθησις (cult.)

Sustantivo (ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΟ)
alucinacion f.



Pronunciación (ΠΡΟΦΟΡΑ)
ptósi /ptósis


Etimología (ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ)
G.A. παραίσθησις


Declinación (ΚΛΙΣΗ)

SINGULAR (ENIKOΣ)
PLURAL (ΠΛΗΘΥΝΤΙΚΟΣ)
nominativoπαραίσθηση / παραίσθησις (cult.)
παραισθήσεις
     genitivoπαραίσθησης / παραισθήσεως (cult.)  
παραισθήσεων
  acusativo παραίσθηση / παραίσθησιν (cult.)
παραισθήσεις
    vocativoπαραίσθηση / παραίσθησι (cult.)
παραισθήσεις

No hay comentarios:

Publicar un comentario